Τον Φάνη τον ήξερα από παιδί. Ποτέ όμως δεν είχαμε κάνει παρέα. Ίσως γιατί ήταν δύο χρόνια μεγαλύτερος σε ηλικία. Εκεί, μετά το Γυμνάσιο, τον έχασα. Αυτό όμως μέχρι το 1999 που ξαφνικά τον ξαναείδα. Στην αρχή δεν τον αναγνώρισα. Αυτός με θυμήθηκε πρώτος. Τον συνάντησα σε μια απόμερη παραλία, λίγα χιλιόμετρα έξω από την πόλη που μένω. Μια παραλία που μόνο αν χάσεις τον δρόμο σου μπορείς να βρεθείς. Είχε χτίσει μια καλύβα, πάνω στα ερείπια κάποιου παλιού σπιτιού (του πατρικού του, όπως μου εξήγησε αργότερα), από το οποίο και το μόνο που είχε απομείνει όρθιο ήταν ο ένας τοίχος. Πάνω σαυτόν τον τοίχο, είχε στηρίξει την όλη του κατασκευή που περισσότερο έδειχνε με αποθήκη. Ήταν όμως ένα σπίτι, το καλύτερο που είχα ποτέ, μου έλεγε συχνά ο Φάνης. Για χρόνια ταξίδεψα στα καράβια. Προσπάθησα να μείνω και να δουλέψω στην Αμερική αλλά τζίφος. Μας είχαν σε ένα υπόγειο και δουλεύαμε, σκλάβοι στην ουσία, για λογαριασμό του Έλληνα...